Στην κεντρική παιδική χαρά της Ηγουμενίτσας, εκεί όπου καθημερινά συγκεντρώνονται δεκάδες παιδιά και οικογένειες, η εικόνα που παρουσιάζεται δεν παραπέμπει σε δημόσιο χώρο αλλά σε πρόχειρο γιαπί. Όλα τα παγκάκια του χώρου, χωρίς καμία εξαίρεση, είναι κατασκευασμένα με τον ίδιο απαράδεκτο τρόπο: ένα μακρύ ξύλο ακουμπισμένο πάνω σε δύο βάσεις από τσιμεντότουβλα, χωρίς καμία στερέωση, χωρίς καμία ασφάλεια, χωρίς καμία λογική.
Αρκεί να καθίσει κάποιος από τη μία πλευρά για να γείρει η άλλη. Αρκεί ένα παιδί να στηριχθεί επάνω, για να πέσει όλο το ξύλο κάτω. Καμία προδιαγραφή, κανένας έλεγχος, καμία ευθύνη. Και όλα αυτά, όχι σε μια ξεχασμένη γωνιά της πόλης, αλλά στην κεντρική παιδική χαρά, που εξυπηρετεί καθημερινά δεκάδες δημότες.
Η εικόνα αυτή δεν είναι απλώς απογοητευτική. Είναι επικίνδυνη. Είναι προσβλητική για κάθε οικογένεια που προσπαθεί να περάσει λίγες ώρες ξεγνοιασιάς με το παιδί της σε έναν χώρο που – υποτίθεται – προορίζεται για παιχνίδι και αναψυχή. Δεν μπορεί να νοηθεί παιδική χαρά χωρίς ασφαλή καθίσματα. Δεν μπορεί να αποδεχτεί κανείς ως “λύση” ένα ξύλο που ακουμπά πάνω σε τούβλα, τη στιγμή που μιλάμε για δημόσιο χώρο.
Το ζήτημα των παιδικών χαρών στην Ηγουμενίτσα δεν είναι καινούργιο. Κατά καιρούς έχουν καταγραφεί φθαρμένος εξοπλισμός, ακατάλληλα δάπεδα, απουσία σκίασης και ελλιπής συντήρηση. Όμως η κατάσταση με τα παγκάκια της κεντρικής παιδικής χαράς ξεπερνά κάθε προηγούμενο. Δεν μιλάμε πλέον για αμέλεια. Μιλάμε για αδιαφορία.
Το ερώτημα είναι ξεκάθαρο. Ποιος θεωρεί ότι αυτές οι κατασκευές είναι κατάλληλες για κοινή χρήση; Ποιος τις ενέκρινε; Ποιος τις παρέλαβε; Και κυρίως, ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη σε περίπτωση ατυχήματος;
Η δημοτική αρχή οφείλει άμεσα να δώσει απαντήσεις – και όχι γενικόλογες. Οι δημότες δεν ζητούν τίποτα παραπάνω από τα αυτονόητα: ασφάλεια, αξιοπρέπεια και σεβασμό. Αν αυτά δεν μπορούν να εξασφαλιστούν ούτε στις παιδικές χαρές, τότε πού;